Η ελιά ευδοκιμεί σε μεγάλη ποικιλία εδαφών και προσαρμόζεται εύκολα στις ξηροθερμικές συνθήκες της χώρας μας.
Προτιμάει ουδέτερα ή ελαφρά αλκαλικά εδάφη (Ph 7-8), αντέχει όμως και στα ελαφρά όξινα εδάφη.
Το ριζικό της σύστημα εκμεταλλεύεται άριστα τα θρεπτικά στοιχεία και την εδαφική υγρασία αυξάνοντας την ανθεκτικότητα των δέντρων στην ξηρασία και ευνοώντας την εξάπλωση της καλλιέργειας τόσο στα βαθιά, γόνιμα, αρδευόμενα, πεδινά εδάφη, όσο και στα πτωχά, αβαθή και ξηρικά εδάφη των ημιορεινών περιοχών.
Παρουσιάζεται σχετικά καλή αντοχή στην αλατότητα του εδάφους ενώ σε τιμές Ph κάτω από 5 και πάνω από 8 μειώνεται σημαντικά η ανάπτυξη νεοφυτευόμενων δενδρυλλίων αλλά και η καρποφορία ανεπτυγμένων δένδρων.
Εδαφική υγρασία
Παρά τη μεγάλη του αντοχή και προσαρμοστικότητα, το ελαιόδεντρο αντιδρά θετικά τόσο στην επαρκή άρδευση όσο και στην αρμονική και ισόρροπη θρέψη, αυξάνοντας θεαματικά τις αποδόσεις του και βελτιώνοντας την ποιότητα της παραγωγής.
Τα δέντρα παρουσιάζουν αυξημένες υδατικές απαιτήσεις σε κρίσιμα στάδια της ετήσιας ανάπτυξης τους.
- Την περίοδο διαφοροποίησης των οφθαλμών (Ιαν. – Φεβ.) η επάρκεια εδαφικής υγρασίας και αζώτου αυξάνει τον αριθμό των ανθοφόρων οφθαλμών δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για υψηλότερες αποδόσεις (συνήθως καλύπτεται από τις χειμερινές βροχές)
- Η έλλειψη νερού την περίοδο άνθισης – καρπόδεσης (Απρ. – Μαι.) μειώνει τον αριθμό των γόνιμων ανθέων και προκαλεί πτώση των ανθέων και των νεοσχηματιζόμενων καρπών. Σε ξηρές άνυδρες χρονιές, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα, συστήνεται η έγκαιρη άρδευση πριν από την έναρξη της ανθοφορίας.
- Την περίοδο σκλήρυνσης του πυρήνα (Ιουν. – Ιουλ.) και κατά την έναρξη αύξησης του καρπού (Αυγ.) η άρδευση των δέντρων είναι απαραίτητη, αφού ασκεί καθοριστική επίδραση στο μέγεθος του καρπού και την ελαιογένεση.
- Το φθινόπωρο (Σεπ. – Οκτ.) η ικανοποιητική άρδευση προάγει την παραγωγή λαδιού και το μέγεθος του καρπού. Έλλειψη νερού σε αυτό το στάδιο, έχει σαν αποτέλεσμα την συρρίκνωση των καρπών, μειωμένη παραγωγή αλλά και ποιοτική υποβάθμιση του λαδιού.
Βασική λίπανση
Η βασική λίπανση γίνεται κατά την περίοδο του Δεκεμβρίου έως τα μέσα Φεβρουαρίου, ώστε τα δέντρα να έχουν στη διάθεση τους όλα τα θρεπτικά στοιχεία και ειδικότερα το άζωτο που είναι απαραίτητο για τη διαφοροποίηση των ανθοφόρων οφθαλμών και την έναρξη της βλάστησης.
Σε ξηρικούς ελαιώνες με τη βασική λίπανση προστίθεται σε μια δόση όλη η ποσότητα του λιπάσματος. Στους αρδευόμενους και ειδικά στους ελαιώνες βρώσιμης ελιάς προτείνεται το 1/3 του συνολικού αζώτου και του καλίου να εφαρμόζονται τμηματικά σε μεταγενέστερα στάδια. Συνιστάται η χρήση υψηλής ποιότητας σύνθετων ΝΡΚ λιπασμάτων με τύπους απόλυτα προσαρμοσμένους στις ειδικές θρεπτικές απαιτήσεις της καλλιέργειας.
Επιφανειακή λίπανση
- Στους αρδευόμενους ελαιώνες για να καλυφτούν επαρκώς οι θρεπτικές ανάγκες των καρπών, συνιστάται να γίνεται επιφανειακή αζωτούχος λίπανση και άρδευση του ελαιώνα αμέσως μετά την ολοκλήρωση της καρπόδεσης (Ιουν.) Κατά την επιφανειακή λίπανση χορηγείται στην καλλιέργεια το υπόλοιπο 1/3 του απαιτούμενου αζώτου με τη χρήση αζωτούχων λιπασμάτων.
- Στους ελαιώνες βρώσιμης ελιάς για την αύξηση του μεγέθους και του βάρους των καρπών, την αύξηση των ολικών διαλυτών στερεών και την ομοιόμορφη ωρίμανση συνιστάται εκτός από την αζωτούχο λίπανση του Ιουνίου να εφαρμόζεται και όψιμη λίπανση με άζωτο και κάλιο κατά την περίοδο της ταχείας αύξησης των καρπών (Αυγ.).
Σημαντικότερα θρεπτικά στοιχεία
Ν – Άζωτο
Το άζωτο ασκεί καθοριστική επίδραση στη βλάστηση και την παραγωγή των δέντρων και αποτελεί το σημαντικότερο θρεπτικό στοιχείο για την καλλιέργεια της ελιάς.
- Αυξάνει την παραγωγή μέσω της αύξησης του αριθμού και του βάρους των καρπών.
- Προάγει την γρήγορη ανάπτυξη της ανοιξιάτικης βλάστησης, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ανάπτυξη της καλλιέργειας σε περιοχές με ξηροθερμικό κλίμα.
- Ενισχύει την φυσιολογική ανάπτυξη των ανθέων βελτιώνοντας την καρπόδεση.
- Μειώνει την παρενιαυτοφορία.
Ρ – Φώσφορος
Ο φώσφορος αν και συμμετέχει σε πλήθος φυσιολογικών λειτουργιών των δέντρων δεν αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τους ξηρούς ελαιώνες. Αντίθετα στους αρδευόμενους ελαιώνες και στις βρώσιμες ποικιλίες πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη μέριμνα στην φωσφορούχο λίπανση καθώς επηρεάζει τον αριθμό, το μέγεθος, το βάρος και την ωρίμανση των καρπών.
Κ – Κάλιο
Το κάλιο είναι αναντικατάστατο στοιχείο για το ελαιόδεντρο. Η ανεπάρκεια του μειώνει άμεσα την παραγωγή και επιδρά αρνητικά στην ποιότητα και την ελαιοπεριεκτικότητα των καρπών.
- Προάγει την συσσώρευση των προϊόντων της φωτοσύνθεσης στον καρπό. • Αυξάνει το μέγεθος και το βάρος των καρπών.
- Αυξάνει την περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι.
- Ρυθμίζει την απορρόφηση, τη διακίνηση, και την αποθήκευση του νερού εντός του φυτού
- Αυξάνει την αντοχή του δέντρου στον παγετό, την ξηρασία, σε εχθρούς και ασθένειες και αντίξοες καιρικές συνθήκες.
Β – Βόριο Το βόριο σχετίζεται άμεσα με την γονιμότητα του ελαιώνα και είναι το σημαντικότερο ιχνοστοιχείο στο ελαιόδεντρο. Η έλλειψη του, αποτελεί την πλέον απαντώμενη τροφοπενία της ελιάς.
- Ενισχύει στη βλάστηση.
- Συμβάλει στο σχηματισμό των ανθέων και την άνθιση.
- Βοηθά στη γονιμοποίηση και την καρπόδεση.
Σε ασβεστούχα εδάφη η προσθήκη του είναι επιβεβλημένη.
Πηγή: lf.gr