Πέμπτη 15 Ιουνίου του 1945 και ο Βελουχιώτης φαίνεται να καταλαβαίνει πως φτάνει το τέλος. Αυτοπυροβολείται και γράφει το ένδοξο τέλος του, με τα ίδια του τα χέρια… Κανείς δεν δικαιούται να υπερηφανευτεί ότι έπιασε ζωντανό, ότι νίκησε ή ότι σκότωσε τον αρχηγό του ΕΛΑΣ. Tα τρία χρόνια ελευθερίας στα βουνά δεν ήταν όνειρο, αλλά μια υποθήκη για το μέλλον», αναφέρει για την μέρα εκείνη ο Διονύσης Χαριτόπουλος
O λόγος για τον Θανάση Κλάρα, που άφησε την άνετη ζωή του στη Λαμία και πήρε τα βουνά, γράφοντας το όνομα του, ή μάλλον το ψευδώνυμο του «Άρης Βελουχιώτης» στην ιστορία, σαν ίσως την πιο εμβληματική φιγούρα της Αντίστασης. Σήμερα συμπληρώνονται 65 χρόνια από το θάνατο του. Ιδρυτής του ΕΛΑΣ και ηγετική μορφή του αντάρτικου σώματος του ΕΑΜ, αλλά και ένα από τα σημαντικότερα στελέχη του ΚΚΕ. Ο Βελουχιώτης έρχεται σε ρήξη με το ΚΚΕ μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, καθώς αρνείται να παραδώσει τα όπλα και επιλέγει τον δρόμο της ένοπλης δράσης. Ο δρόμος που διαλέγει τον οδηγεί τελικά στον θάνατο.
Ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ, την ίδια μέρα που το ΚΚΕ τον διαγράφει από τις τάξεις του, βάζει τέλος στη ζωή του στις 16 Ιουνίου του 1945, καθώς είχε περικυκλωθεί από ομάδες της Εθνοφυλακής που είχαν σταλεί για να τον συλλάβουν, στη Μεσούντα του Αχελώου. Το πτώμα του αποκεφαλίζεται και την επομένη κρεμάται στην κεντρική πλατεία των Τρικάλων. Η πορεία προς τον θάνατοΜετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, που υπογράφτηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1945, από την κυβέρνηση Πλαστήρα και το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και προέβλεπε δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για τη διεξαγωγή εκλογών και δημοψηφίσματος για τη μοναρχία στην Ελλάδα, διάλυση των ανταρτικών οργανώσεων, παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ μέσα σε δύο εβδομάδες και παραχώρηση αμνηστίας στους στρατιώτες του ΕΛΑΣ, ο Άρης καταγγέλλει τη συμφωνία ως προδοτική και αποδοχή της αγγλικής κατοχής.
Ο Βελουχιώτης καλεί τους αγωνιστές να συνεχίσουν την ένοπλη αντίσταση με αποτέλεσμα το ΚΚΕ να τον αποκηρύξει και να τον απομονώσει. Τότε αρχίζει ένα κυνήγι «κλεφτών κι αστυνόμων» με την Εθνοφυλακή υπό την εποπτεία των Άγγλων να τον καταδιώκει, και τον Άρη, βλέποντας τον κλοιό να στενέυει γύρω του να επιλέγει το δρόμο του θανάτου. «O Άρης ήξερε από την αρχή το τέλος του. Τις παλιές καλές ημέρες στο βουνό έκανε καμιά φορά παρέα με τον μόνιμο λοχαγό Κουταλίδη, που έπαιζε υπέροχα στο βιολί του κάποια κλασικά κομμάτια. Μια ημέρα ο λοχαγός τού είπε με θαυμασμό ότι μοιάζει με τον επαναστάτη Πουγκατσέφ, που έφτιαξε δικό του στρατό και κυριάρχησε σε μεγάλο τμήμα της τσαρικής Ρωσίας. O αρχηγός τον ρώτησε με νόημα: – Θυμάσαι το τέλος του; – Ναι, απάντησε ο λοχαγός. Κυκλώθηκε από τα τσαρικά στρατεύματα, πιάστηκε αιχμάλωτος και το κεφάλι του έμεινε κρεμασμένο για ημέρες σε κοινή θέα. – Eμένα όμως δε θα με πιάσουν ποτέ αιχμάλωτο. Κι αυτό έκανε», γράφει για αυτόν ο Διονύσης Χαριτόπουλος, στο βιβλίο του «Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων».
Μαζί με τους αντάρτες του ο Βελουχιώτης μεταβαίνει στο Ανθηρό όπου ανταλλάσσει ομήρους με όπλα και πυρομαχικά, κι ενώ ο στρατός τον καταδιώκει το ΚΚΕ δεσμεύεται ότι δεν θα δημιουργήσει προβλήματα στις διαπραγματεύσεις. Την επομένη, έξω από το χωριό Ελληνικά, σε μια εκκλησία ο Βελουχιώτης μαζεύει τους συντρόφους του και τους ενημερώνει για την επικείμενη συνάντηση του με τον ζαχαριάδη, τον ηγέτη του ΚΚΕ, προκειμένου να λύσουν τα ζητήματα που έχουν προκύψει μεταξύ τους. Αποχαιρετά τους συντρόφους του και κατευθύνεται προς το Λιάσκοβο, όπου φήμες θέλουν υποστηρικτές του να τον περιμένουν για να συνταχθούν μαζί του. Αντί για συντρόφους συναντά διώκτες… Μετά από σκληρή μάχη, κι αφού έχουν καταφέρει να πάρουν 17 ομήρους, οι αντάρτες υποχωρούν προς το Mαυροβούνι. Τετάρτη 14 Ιουνίου του 1945 και ο Βελουχιώτης με τους αντάρτες του κατευθύνεται στο Κοθώνι, από όπου και αποφασίζει να επιχειρήσει τη μεγάλη έξοδο παρά το ότι γνωρίζει ότι βρίσκεται περικυκλωμένος. Κλειδώνει τους όμηρους στο σχολείο του χωριού, και μέσω του Χοιρόλακκου επιχειρεί να περάσει τον Αχελώο. Οι μάχες είναι σφοδρές, αλλά ο Άρης είναι αποφασισμένος να περάσει το ποτάμι. Έτσι δίνει εντολή στους 20 άνδρες του που τον ακολουθούν να κρυφτούν στο φαράγγι του Φάγγου. Την επομένη κι αφού πέσει το σκοτάδι ξεκινούν για τη Μεσούντα. Πέμπτη 15 Ιουνίου του 1945 και ο Βελουχιώτης φαίνεται να καταλαβαίνει πως φτάνει το τέλος. Παρά τις παραινέσεις να περάσουν πάλι το ποτάμι προς τη Ρούμελη φαίνεται να αδιαφορεί. Είναι μάταιο γιατί είναι πλέον κυκλωμένοι. Δίνει εντολή στους άνδρες του να φύγουν προς το ποτάμι, μα εκείνος παραμένει εκεί.
Σαν επαναστάτης έζησε και σαν επαναστάτης θέλει να πεθάνει.
Αυτοπυροβολείται και γράφει το ένδοξο τέλος του, με τα ίδια του τα χέρια… Η σορός του αποκεφαλίζεται και την επόμενη μέρα το κεφάλι του κρεμάται στην κεντρική πλατεία των Τρικάλων. «Γύρω από τα κρεμασμένα κεφάλια οι παρακρατικοί βάραγαν νταούλια και κέρναγαν από νταμιζάνες κρασί. Aς μην επιχαίρουν οι εχθροί του. Κανείς δεν δικαιούται να υπερηφανευτεί ότι έπιασε ζωντανό, ότι νίκησε ή ότι σκότωσε τον αρχηγό του ΕΛΑΣ. O Άρης αποχώρησε μόνος του. H αυτοκτονία είναι μια πράξη οριστική και τελεσίδικη, που ουδείς δικαιούται να κρίνει, να εξάρει ή να καταδικάσει. Είναι απολύτως προσωπική και μυστηριώδης. Και επειδή ποτέ δεν στερείται νοήματος, ήταν το ύστατο διάβημα του αυτόχειρα προς τους Έλληνες. Tα τρία χρόνια ελευθερίας στα βουνά δεν ήταν όνειρο, αλλά μια υποθήκη για το μέλλον», αναφέρει για την μέρα εκείνη ο Διονύσης Χαριτόπουλος.
Πηγή: http://tvxs.gr/