του Πέτρου Μηλιαράκη*
“Εν αρχή ην ο Λόγος” και εν προκειμένω – για να “απεγκλωβιστούμε” από τις Γραφές – θα πρέπει να τονιστεί ότι, προκειμένου περί εξωτερικής πολιτικής, δεν μπορεί το συγκεκριμένο “αντικείμενο”, που απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις αλλά και δυνατότητες “ατόμων” και “ομάδων” που τους ανατίθεται το καθήκον των διεθνών σχέσεων της χώρας τους, να ασκείται «αλόγως», ως εάν πρόκειται για έρευνα εργαστηρίου όπου οι συγκεκριμένοι επιστήμονες (“άτομα” και “ομάδες”) προσπαθούν να απομονώσουν ιούς και βακτήρια. Κοντολογίς, ο γράφων δεν υποστηρίζει την άποψη ότι αρκεί να απομονωθεί ένα “συγκεκριμένο αντικείμενο”, προκειμένου να ασκηθεί εξωτερική πολιτική. Και τούτο γιατί η εξωτερική πολιτική συγκροτεί “οργανισμό” που υφίσταται και δρα στο περιβάλλον όπου απαιτούνται τα κατάλληλα μέτρα προστασίας και πρόληψης από παράγοντες που μπορούν να τον βλάψουν και να του προκαλέσουν ανήκεστη βλάβη.
Ειδικότερα, στον παρόντα χρόνο, η εξωτερική πολιτική δεν αναφέρεται σε “σταθερά πεδία” σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης, όπου το κάθε κράτος επανατοποθετείται στην παγκόσμια σκακιέρα και οι σχέσεις των κρατών έχουν παύσει να έχουν μονοσήμαντη σχέση. Αντιθέτως, υπάρχουν αλληλοεπιδράσεις και “συμμαχίες”, παρά την ύπαρξη βασικών εσωτερικών αντιθέσεων (βάσης και εποικοδομήματος), όπως είναι το πρόσφατο παράδειγμα “συμμαχίας” Ρωσίας-Τουρκίας-Ιράν (ορθόδοξων χριστιανών και ισλαμιστών: σουνιτών και σιιτών). Έτσι, στις παρούσες συνθήκες η μονοσήμαντη εξωτερική πολιτική εξ ανάγκης παραχωρεί τη θέση της σε μια περίπλοκη και πολυσήμαντη με ιδιαιτερότητες πολιτική, η οποία επιβάλλει αναθεώρηση κατάλοιπων του παρελθόντος. Και εδώ εστιάζω στο ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη τα έδωσε “όλα” και ουσιαστικώς ουδέν “αντίδωρο” έλαβε, για να μην είμαστε αφελείς!
Ωστόσο, πρόκριμα των πολιτικών στο επίπεδο και στο πλαίσιο του σύγχρονου νομικού και πολιτικού πολιτισμού είναι η αυστηρή τήρηση των κανόνων της διεθνούς έννομης τάξης, με κυρίως προστατευόμενο έννομο αγαθό την αξία και αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ειδικότερα απέναντι στον σκοταδισμό και στον οποιοδήποτε φονταμενταλισμό, που, αντί να αναβαθμίζει την αξία του ανθρώπου, τον καθιστά “μέσο” για την επίτευξη άλογων στόχων.
Με τούτα τα δεδομένα, διερωτάται κανείς εάν και κατά πόσον ακόμη και τα λεγόμενα “think tanks” των ΗΠΑ, που κατά κανόνα επηρεάζουν τις διεθνείς διακρατικές σχέσεις, την παγκόσμια ασφάλεια αλλά και το διεθνές εμπόριο, έχουν αναπροσαρμόσει και επανεξετάσει τις πολιτικές τους.
- τα ιστορικά δεδομένα
Η ίδρυση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ) στον χρόνο συγκρότησής της (1949) ήταν ατελής, χωρίς την ύπαρξη δύο όμορων κρατών, ήτοι της Ελλάδας και της Τουρκίας. Αξιοπρόσεκτο δε είναι πως ακριβώς αξιολογήθηκε (σε ιδεολογικοπολιτικό αλλά και στρατηγικό επίπεδο) αυτή η κοινή είσοδος των συγκεκριμένων κρατών από τον (τότε) υπουργό των Εξωτερικών των ΗΠΑ Ντιν Άτσεσον.
Ο τότε Αμερικανός αξιωματούχος τοποθετήθηκε, σύμφωνα με τα “αρχεία” της εποχής, ως εξής: «Η εισδοχή των δύο χώρων δε θα συντελέσει μόνον εις την ενίσχυσιν της ιδικής των ασφαλείας, αλλά και των άλλων χωρών του Συμφώνου, περιλαμβανομένης και της ιδικής μας. Αρκεί να ρίξωμεν ένα βλέμμα εις τον χάρτην, διά να είδωμεν ποία είναι η στρατηγική σημασία των δύο χωρών διά τη δυτικήν άμυναν: φρουρούν τας ανατολικάς προσβάσεις προς την Μεσόγειον, περιλαμβανομένων και των στενών της Ιταλίας, από τη Μαύρην Θάλασσαν προς την Κεντρικήν Μεσόγειον. Επιπλέον, η Τουρκία πλευροκοπεί τας χερσαίας οδούς, αι οποίαι άγουν από την Ρωσίαν προς τας πλούσιας πετρελαιοπηγάς της Μέσης Ανατολής. Είναι δε γνωστή η απόφασις της Ελλάδος και της Τουρκίας να διατηρήσουν την ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν των και να αναπτύξουν περαιτέρω τη δύναμίν των εις αποφασιστικόν φράγμα εναντίον του επιθετικού κομμουνισμού, ιδιαιτέρως εις την Μέσην Ανατολήν».
Αυτό ήταν το δόγμα της εποχής. Για την πληρότητα, όμως, του ιστορικού και πολιτικού λόγου θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα παρακάτω:
Στις 30 Δεκεμβρίου 1922 σχηματίστηκε η Ένωση των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) με την ενοποίηση της τότε Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας με τις αντίστοιχες Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας και της Υπερκαυκασίας.
Η διαδικασία αυτή συνεπαγόταν ριζική ιδεολογικοπολιτική ανατροπή όχι μόνο στον ευρωπαϊκό αλλά και στον παγκόσμιο χώρο. Παραλλήλως τα στρατηγικά συμφέροντα της Ρωσίας, που από το 1721 υπό την ηγεσία του Μεγάλου Πέτρου, εκτείνονταν από τις ακτές της Βαλτικής (εξού λόγου και η νέα πρωτεύουσα του κράτους, η Αγία Πετρούπολη), συνδυαζόμενα με τις μεταρρυθμίσεις της εποχής εκείνης, έφεραν σημαντικές δυτικοευρωπαϊκές πολιτιστικές επιρροές στη χώρα. Ειδικότερα, από την εποχή της βασιλείας της Μεγάλης Αικατερίνης (1762-1796), η Ρωσία βρέθηκε στο απόγειο της δύναμής της, ενώ η εποχή αυτή έμεινε στην ιστορία ως η εποχή του “Ρωσικού Διαφωτισμού”. Υπ´όψιν , δε, ότι η Μεγάλη Αικατερίνη επέκτεινε τον πολιτικό έλεγχο της Ρωσίας στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία και ενσωμάτωσε το μεγαλύτερο μέρος εδαφών της μετά τον διαμελισμό ανάμεσα στη Ρωσία, την Πρωσία και την Αυστρία, οπότε τα σύνορα της Ρωσίας έφτασαν στην Κεντρική Ευρώπη.
Όταν δε ο τσάρος Αλέξανδρος ο Α’ (1801-1825) απέσπασε τη Φινλανδία από το Βασίλειο της Σουηδίας το 1809, και τη Βεσσαραβία από τους Τούρκους το 1812, οι Ρώσοι αποίκισαν την Αλάσκα στη Βόρεια Αμερική και δημιούργησαν εγκαταστάσεις έως και την Καλιφόρνια!
Ιδού γιατί στο Συνέδριο της Βιέννης η Ρωσία, εκπροσωπούμενη από τον Τσάρο Αλέξανδρο τον Α’, καθόρισε τον “Χάρτη της Ευρώπης” για τα επόμενα χρόνια. Το ίδιο άλλωστε έπραξε και ο Στάλιν όταν έδωσε στον Τσόρτσιλ το «χαρτάκι διανομής» του «μεταπολεμικού κόσμου»!
Για να ορθοτομούμε, όμως, τον λόγο της αλήθειας, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1941-1945), η τότε Σοβιετική Ένωση πρόσφερε στον βωμό της νίκης του πολέμου το 1/3 του συνόλου των θυμάτων του παγκόσμιου αυτού πολέμου με περίπου 16 εκατομμύρια νεκρούς. Ιστορικό δεδομένο είναι, δε, ότι η λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έφερε τον λεγόμενο “Κόκκινο Στρατό” στο “κέντρο της Ευρώπης”, διαμοιράζοντας την ηπειρωτική Ευρώπη σε Ανατολική και Δυτική – αν και το (τότε) μοίρασμα ήταν ήδη συμπεφωνημένο.
Ωστόσο, τίποτα δεν εμπόδισε τους συμμάχους να αναπτύξουν μεταξύ τους σοβαρή αντιπαλότητα, διαμορφώνοντας την περίοδο του λεγόμενου “Ψυχρού Πολέμου”.
- η Ελλάδα και η Τουρκία της Ψυχροπολεμικής εποχής
Η περίοδος του “Ψυχρού Πολέμου” υποχρέωσε ταυτοχρόνως δύο γείτονες χώρες, την Ελλάδα και την Τουρκία, να συμμετάσχουν στο “ψυχροπολεμικό κλίμα”, στο πλαίσιο της Συμμαχίας του ΝΑΤΟ, προσδεδεμένες κυρίως στο άρμα των ΗΠΑ. Η ταυτόχρονη ένταξη Ελλάδας-Τουρκίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία (1952) αναγνώριζε εξ αντικειμένου τα γεωπολιτικά δεδομένα εκάστης χώρας, οπότε η κάθε μία απ’ αυτές τις γείτονες χώρες συνεπαγόταν και διαφορετικούς ρόλους. Ρόλους που η Τουρκία παγίως αξιοποιεί και η Ελλάδα δίδει μαθήματα καλού παιδιού! Πέραν αυτού, οι πρόνοιες της Ατλαντικής Συμμαχίας έναντι του “αντι-ΝΑΤΟ” ή άλλως του “Συμφώνου της Βαρσοβίας” οφείλονταν τόσο στην ιδεολογικοπολιτική αντιπαλότητα ανάμεσα στους δύο αντιμαχόμενους κόσμους, όσο και κυρίως στην επιρροή της τότε ΕΣΣΔ σε παγκόσμια κλίμακα. Υπόψη ότι το “Σύμφωνο της Βαρσοβίας” ιδρύθηκε το 1955 λόγω της επαναστρατιωτικοποίησης της (τότε) Δυτικής Γερμανίας και της ένταξής της στο ΝΑΤΟ.
Στα προαναφερόμενα, άξιο επισημείωσης είναι ότι η “σύμμαχος” Τουρκία ουδεμία εμπλοκή είχε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Απλώς απέστειλε στις μεταπολεμικές επιχειρήσεις στην Κορέα “άκαπνους” στρατιωτικούς…
Οι μετέπειτα εξελίξεις στον χώρο της τέως ΕΣΣΔ δημιούργησαν “νέες” καταστάσεις. Η παραίτηση του προέδρου Γιέλτσιν στις 31 Δεκεμβρίου 1999 ανέδειξε ένα σημαντικότατο πολιτικό, τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος, αφού επέφερε αποφασιστικό πλήγμα στους Τσετσένους αυτονομιστές, συνέβαλε αποφασιστικώς στο να επανέλθει στο προσκήνιο η Ρωσία ως μία εκ των δύο βασικών υπερδυνάμεων. Έτσι η Ρωσία κατέστη ο ένας εκ των δύο κύριων πόλων της λεγόμενης “νεοψυχροπολεμικής εποχής”, που ωστόσο έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνα που αφορούσαν τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όταν ο ιστορικός κύκλος της Οκτωβριανής Επανάστασης έκλεισε με την υποστολή της “Κόκκινης Σημαίας” στις 15 Δεκεμβρίου 1991, και ο όρος “Αγαπητοί Σύντροφοι” αντικαταστάθηκε με τον όρο “Αγαπητοί Συμπολίτες και Συμπατριώτες”, οι ιδεολογικοπολιτικές αντιθέσεις τέθηκαν στο περιθώριο, ή άλλως στην επεξεργασία της επιστήμης της Ιστορίας, και αναδείχθηκαν νέα δεδομένα, αμιγώς στο γεωπολιτικό πεδίο και ειδικότερα στο γεωπολιτικό πεδίο της ενέργειας, δηλαδή της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Δεν είναι δε τυχαίο ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στις 10 Δεκεμβρίου 1998 ενσωμάτωσε στο κοινοτικό-ενωσιακό κεκτημένο το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS-United Nations Convention of Law of the Sea).
Έτσι, από το ιδεολογικοπολιτικό πεδίο τα πράγματα μετατέθηκαν αμιγώς όχι μόνο στη διανομή των αγορών, υπό την ευρύτερη έννοια των παραγωγικών σχέσεων και παραγωγικών δυνάμεων του καπιταλισμού, σε επίπεδο ιμπεριαλισμού, αλλά διαμορφώθηκαν σε νομικοπολιτικό πεδίο νέες συνθήκες που αφορούν Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες και συναφώς την αξιοποίηση του φυσικού πλούτου, μέσω σύγκρουσης συμφερόντων. Ταυτοχρόνως, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός, που προέρχεται από το Ισλάμ, έφερε και τη λεγόμενη “σύγκρουση πολιτισμών”, περιπλέκοντας ευρύτερα πολιτιστικά και ιστορικά στοιχεία σε μια “ιδιόμορφη διένεξη”, ενός πράγματι παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος, όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στον πολιτισμό.
- τα σημερινά γεωπολιτικά δεδομένα ως προς την τέως ΕΣΣΔ και το ρόλο της Τουρκίας
Το πρώτο ζήτημα που εγείρεται είναι, παρά το γεγονός ότι η σημερινή Ρωσία είναι πράγματι μια Υπερδύναμη (όποιος το αμφισβητεί είναι εκτός τόπου και χρόνου – άλλωστε δεν αμφισβητείται), εάν και κατά πόσον έχει τα γεωπολιτικά δεδομένα της τότε Σοβιετικής Ένωσης, έτσι ώστε η Τουρκία να θεωρείται ο απαραίτητος χώρος γεωπολιτικής αξιοποίησης και εκμετάλλευσης από τους λεγόμενους “δυτικούς συμμάχους” και κυρίως από τις ΗΠΑ. Η ορθή τοποθέτηση την οποία οφείλουν να κάνουν οι Αμερικανοί σύμμαχοι του Πενταγώνου, του Λευκού Οίκου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι ότι η σημερινή Ρωσία πρέπει να αντιστοιχηθεί ως προς τις επιρροές της (ή όχι) σε σχέση με τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες.
ΣΥΝΕΠΩΣ: Θα πρέπει να αξιολογηθεί ο σημερινός γεωπολιτικός ρόλος της Τουρκίας κατά πόσον είναι ο αντίστοιχος της “ψυχροπολεμικής περιόδου” σε “αντιπαράθεση” με:
1) την Αρμενία,
2) το Αζερμπαϊτζάν,
3) τη Λευκορωσία,
4) την Εσθονία,
5) τη Γεωργία,
6) το Καζακστάν,
7) το Κιργιστάν,
8) τη Λετονία,
9) τη Λιθουανία,
10) τη Μολδαβία,
11) το Τατζικιστάν,
12) το Τουρκμενιστάν,
13) το Ουζμπεκιστάν
και 14) την Ουκρανία, που αφορούσαν στην τότε ΕΣΣΔ.
*Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC-EU).