Ο Κώστας Μουντάκης (Άλφά Ρεθύμνης, 10 Φεβρουαρίου 1926 – Αθήνα, 31 Ιανουαρίου 1991 ) ήταν Έλληνας μουσικός. Θεωρείται μαζί με τους Νίκο Ξυλούρη και Θανάση Σκορδαλό ως μία από τους πιο αντιπροσωπευτικούς λυράρηδες της Κρήτης.
Γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1926 στο χωριό Αλφά της επαρχίας Μυλοποτάμου (στις μέρες μας υπάγεται στο δήμο Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνης ). Ήταν το μικρότερο από τα επτά παιδιά του μουσικού και χορευτή Νίκου Μουντάκη και της Καλλιόπης ενώ η καταγωγή της οικογένειας του ήταν από την Καλλικράτη Σφακίων. Λίγο καιρό μετά τη γέννησή του από τον πατέρα ενώ λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπισε η οικογένεια του αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο ενώ φοιτούσε στο ημιγυμνάσιο και να εργαστεί ως πλανόδιος πωλητής. Μεγαλώνοντας σε ένα μουσικό περιβάλλον ήρθε από νωρίς σε επαφή με την κρητική μουσική παράδοση και αναδείχθηκε ήδη από την εφηβική του ηλικία σε ικανό λυράρη.
Το 1948 κατατάχθηκε στη χωροφυλακή υπηρετώντας στα Χανιά, στα Σφακιά και στην Αθήνα ενώ το διάστημα 1950 – 1952, είχε αποσπαστεί στο ιδιαίτερο γραφείο του Σοφοκλή Βενιζέλου. Αργότερα παρατίθεται και αναγκάζεται να εργαστεί στο Εργοστάσιο Λιπασμάτων της Δραπετσώνας για 16 ολόκληρα χρόνια.
Παράλληλα προσπαθεί να προωθήσει την κρητική μουσική μέσω της ραδιοφωνίας που είχε τη μεγάλη δύναμη στην προβολή της παραδοσιακής μουσικής κάτω από την άγρυπνη επίβλεψη του Σίμωνα Καρά. Περνάει από την κριτική επιτροπή του Ε.Ι.Ρ. (Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) και μαζί με τον Βυζιργιάννη στο λαού αρχίζουν εκπομπές στο πρόγραμμα του Σίμωνα Καρά, προβάλλοντας την κρητική μουσική στο πανελλήνιο.
Σε συνεργασία με τον Στέλιο Κουτσουρέλη, πραγματοποιούν το 1955 την πρώτη ηχογράφηση δίσκου 78 στροφών με τα τραγούδια «Ο Ζητιάνος» και η «Ρεθυμνιωτοπούλα». Μέσα στα επόμενα χρόνια ακολουθεί μια τεράστια πορεία δισκογραφικών εκδόσεων, με αποτέλεσμα να καθιερωθεί ως ο περισσότερο ηχογραφημένος λυράρης Κρητικής μουσικής. Δίσκοι και τραγούδια όπως: «Ένα ματσάκι γιασεμία», «Αργαλειός», «Μυλωνάδες και μαζώχτρες», «Κρητικός γάμος», «Η Μάχη της Κρήτης- Κρητικά νακλιά», «Αναφορά στον Καζαντζάκη», είναι μόνο μερικά δείγματα της δουλειάς του. Η καταξίωση και η φήμη του Μουντάκη εξαπλώθηκε σε όλη την Κρήτη και στους Έλληνες της διασποράς τους οποίους είχε επισκεφτεί πολλές φορές. Για πρώτη φορά πήγε στην Αμερική το 1960 και το 1971 στον Καναδά, την Αυστραλία τη Νότιο Αφρική και άλλες χώρες με παρουσία ομογενών.
Από το 1975 αναγκάζεται λόγω προβλημάτων υγείας να διακόψει την επαγγελματική του δραστηριότητα και παίζει μόνο σε επιλεγμένα γλέντια και εκδηλώσεις. Μέσα σε αυτό το διάστημα θεωρεί ως επιτακτική ανάγκη την παιδεία, δηλαδή τη μάθηση και τη διδασκαλία της κρητικής λύρας με την ίδρυση σχολών στις μεγαλύτερες πόλεις της Κρήτης. Επίσης συμπαραστέκεται στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών και γίνεται πολύτιμος συνεργάτης στα ερευνητικά προγράμματα εθνομουσικολογίας του Ινστιτούτου.
Η πρώτη σχολή λύρας ιδρύεται στο Ηράκλειο στο «Ωδείο Απόλλων», το 1979, μετά στο Ρέθυμνο (1980), τα Χανιά (1981), στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου (1983) και τέλος ιδρύει το «Ελληνικό Ωδείο» στην Αθήνα το 1985. Ο Ο Κώστας Μουντάκης παλιότερα είχε ξεκινήσει μαθήματα και στην «Παγκρήτιο Ένωση». Απεβίωσε στις 31 Ιανουαρίου1991 στην Αθήνα.
Το και η συμβολή του Μουντάκη στην κρητική μουσική τυγχάνουν της καθολικής αναγνώρισης μουσικών και κριτικών (όπως ο μουσικός και τραγουδιστής Χρόνης Αηδονίδης, ο λογοτέχνης και ο κριτικός θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος, ο καθηγητής μουσικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Αμαργιανάκης κ. ά ενώ) θεωρείται ως ένας από τους πιο εμπορικούς λυράρηδες.
Πηγή: el.wikipedia.org