Οι Ιεράρχες της Εκκλησίας Κρήτης πάντοτε ιδιαίτερα σε χαλεπούς καιρούς με διαρκή επαγρύπνηση διατήρησαν άσβεστη της φλόγα της πίστεως και διέσωσαν με σκληρούς αγώνες και θυσίες τα ιερά και τα όσια της θρησκείας και της πατρίδας. Γι αυτό οι αλλόθρησκοι κατακτητές ζητούσαν αφορμή να ξεσπάσουν εναντίον των.
Όταν ο κρητικός λαός επαναστατούσε ζητώντας την ελευθερία του οι Τούρκοι θεωρούσαν πρωταίτιους τους Επισκόπους τους οποίους βασάνισαν όπως τον επίσκοπο Κυδωνίας Καλλίνικο, ή διαπόμπευσαν όπως τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ, ή απαγχόνισαν όπως τον επίσκοπο Ρεθύμνης Γεράσιμο, ή εφόνευσαν όπως τον Μητροπολίτη Κρήτης Γεράσιμο και τους επισκόπους Κνωσού Νεόφυτο, Χερρονήσου Ιωακείμ, Σητείας Ζαχαρία, Διοπόλεως Καλλίνικο όταν συνεδρίαζαν στον παλαιό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Μηνά (23 Ιουνίου 1821), ως επίσης τον επίσκοπο Λάμπης Ιερόθεο και τον επίσκοπο Πέτρας Ιωακείμ, μαζί με πλήθος ιερέων, διακόνων, μοναχών και λαϊκών.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Δῆμος ὤφθητε, τροπαιοφόρος, ἔχων πρόκριτον, δεδοξασμένον, τόν τῆς Κρήτης ποιμένα Γεράσιμον ὁμονοοῦντες γάρ πίστει ἠθλήσατε, καί τῶν τυράννων τό θράσος ἐλύσατε. Ὅθεν πάντοτε, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύετε, δωρίσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.
Ἁγίου Ζαχαρίου Σητείας Ἐπισκόπ. Ἦχ. πλ. α´. Τον συνάναρχον λόγον.
Ἱεράρχης ὑπάρχων θεοειδέστατος, ἱερωσύνης τὴν χλαῖναν, τοῖς τῶν αἱμάτων κρουνοῖς, ἐπορφύρωσας τυθεὶς ἀμνὸς ὡς ἄκακος, καὶ προσεχώρησας λαμπρῶς, πρὸς τὴν ἀνέσπερον ζωήν, ὑπὲρ ἡμῶν ἱκετεύων, Χριστὸν ἀεὶ Ζαχαρία, Σητείας κλέος ἀναφαίρετον.