Στὸ Μορίχοβο, δρούσε ο καπετάν Ζώης γέννημα θρέμα τῆς περιοχῆς, θαρραλέος ἀλλά καὶ σεμνὸς, ὁ ὁποῖος συνεργάσθηκε ἀρμονικά μὲ τὰ ἐθελοντικά σώματα τῶν καπεταναίων Βάρδα [Γεώργιου Τσόντου], Ρέμπελου [Χρήστου Τσολακόπουλου], Νίδα [Νικόστρατου Καλομενόπουλου], καὶ Κρόμπα [Μαρίνου Λυμπερόπουλου].
Συνεργάστηκε ἐπίσης μὲ ἕναν γίγαντα Κρητικὸ, τὸν ἐθελοντή Φιωτάκη Παναγιώτη, ἀπό τὸν Γαλατᾶ Κυδωνίας Χανίων. Ὡς ὑπαρχηγός, ὁ Φιωτάκης μὲ λίγους ἄνδρες κατάφερε νὰ σταματήσει κομιταζῆδες ποὺ πήγαιναν νὰ κάψουν τὸ χωριουδάκι Πετάλινο.
Στὸ Μορίχοβο, ὁ Φιωτάκης εἶχε πάει τρεὶς φορὲς.Τὴν δεύτερη φορὰ μὲ δικὸ του σῶμα ἀπό 40 ἄνδρες. ἈλλΆ τοῦ καταλόγισαν ἀποτυχία καὶ πρὸ παντὸς ἀπροθυμία νὰ βοηθήσῃ τὸν Σκαλίδη τὴν ὥρα ποὺ τὸν κτυποῦσε ὁ ὀθωμανικός στρατὸς ἀπ΄ὅλες τὶς μεριὲς στὴνΤσέρνα. Ὁπότε τὴν τρίτη φορὰ, προτίμησε νἄρθῃ ἁπλός διμοιρίτης ἤ ὁπλίτης στὸ Μορίχοβο, μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Καπετὰν Βρόντα [Βασίλειος Παπᾶς].
Ὁ Βρόντας, μαζὶ μὲ τὸν Φιλόλαο Πυχεῶν ἀπό τὴν Ὀχρίδα ἤ Ἀχρίδα, ἔφτασε στὸ Μορίχοβο τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1906, καὶ ἀργότερα ἀκολούθησε τὸ Σῶμα τοῦ Βολάνη. Χώρισαν τὴν περιοχὴ σὲ δύο τομεῖς ἐπιχειρήσεων. Τὸν ἀνατολικό μὲ πρωτεύουσα την Γραδέσνιτσα πήρε ο Βολάνης, τὸν ἄλλο τῆς Γρούνιστας ὁ Βρόντας.
Ὁ Φιωτάκης, πολύπειρος καὶ πολυμήχανος, μὲ τὴν γνώση τοῦ τόπου καὶ τῶν ἀνθρώπων, μὲ τὸ ἐπιβλητικό παράστημα καὶ τὴν ἐπιβλητικώτερη παλληκαριὰ του — στὴ μάχη τῆς Μπέσιστας πυροβολοῦσε ὁλόρθος — ἔκαμε ἐντύπωση στοὺς ἄνδρες τοῦ Βρόντα.
Ἀναγνώριζαν ἴσως τὴν ἀδικία, ποὺ τοῦ εἶχε γίνει.
Καὶ ἕνα πρωὶ, δήλωσαν ξαφνικὰ [17 ἀπό τοῦ Βρόντα καὶ ένας τοῦ Βολάνη], ὅτι δὲν δέχονται καὶ δὲν θέλουν ἄλλον ἀρχηγό καὶ καπετάνιο, παρὰ μόνο τὸν Φιωτάκη! Ὅ,τι κι ἄν τοὺς εἶπαν οἱ Βρόντας, Πηχεῶν, καὶ ὁ Ζώης, ποὺ ὅλοι ἐκτιμούσαν καὶ σέβονταν, ἔμειναν ἀμετάπειστοι. Ἀκόμη κι ὅταν τοὺς ἀπείλησαν καὶ μὲ σύγκρουση.
Ὅταν ξαναγύρισαν τὰ δύο σώματα στὸ Μορίχοβο, ἦλθαν κι αὐτοί λίγο ἀργότερα, καὶ ἔστησαν τὸ χωριστὸ στρατηγεῖο τους στὴν περιοχὴ τῆς Γρούνιστας. Ἀποκηρυγμένος καὶ ἀποδιωγμένος τότε ὁ Φιωτάκης, χωρὶς μισθὸ καὶ ἐφόδια, βάδισε ἀποφασιστικά στὰ ἴχνη τοῦ Σκαλίδη. Πέρασε τὴν Τσέρνα καὶ χύθηκε στὰ χωριὰ τοῦ κάμπου.Τοὺς κύκλωσε ὁ στρατὸς κοντὰ στὸ μοναστήρι τοῦ Παραλόβου.
Ἔπεσαν ὅλοι ὥς τὸν τελευταῖο στὶς 23 Ἰουνίου 1907. Ὁ Φιωτάκης, ἔσπασε τὸ ὅπλο του καὶ τίναξε μὲ τὸ πιστόλι τὰ μυαλὰ του, ὅπως ὁ Σκαλίδης. [Ο αδελφός του Στεφανής, επίσης Μακεδονομάχος, είχε σκοτωθεί τον Μάρτιο του 1906].
Πηγή: eistorias.wordpress.com