Σύμφωνα με τον Τim Severin, Ιρλανδό επιστήμονα, μεγάλο λάτρη της Αρχαίας Ελλάδας, της ιστορίας και της μυθολογίας, αλλά και θαλασσοπόρο ερευνητή, υπάρχει σχέση μεταξύ της Οδύσειας (Ιλιάδα-Οδύσεια, τα δύο μεγαλύτερα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας) και της Γραμβούσας. Κατά τον Ιρλανδό ερευνητή, η Αιολία (Γραμβούσα), ήταν το νησί-κατοικία του θεού Αιόλου, κυρίου των ανέμων, ενός εκ των δώδεκα θεών του Ολύμπου, της Μυθολογίας και Θρησκείας των αρχαίων Ελλήνων, από την οποία διήλθε ο Οδυσσέας κατά την επιστροφή του στην Ιθάκη και παρέμεινε ένα μήνα.
Στην αρχαιότητα η Γραμβούσα ονομαζόταν Κώρυκος =σάκος από δέρμα. Ο θεός των ανέμων Αίολος, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, φυλάκισε τους θυελλώδεις και αντίθετους ανέμους σ’ ένα δερμάτινο σάκο, τον οποίον παρέδωσε στον Οδυσσέα, με την εντολή να μην τον ανοίξει, παρά μόνο αφού πατήσει το πόδι του στην Ιθάκη, όπως και έγινε.
Για την ετυμολογία του ονόματος «Γραμβούσα», έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές, με επικρατέστερη αυτή του G. GEROLA. Σύμφωνα με αυτή, κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας, το δυτικότερο άκρο της Κρήτης λεγόταν Capo Buso (δηλ. Τρυπητό άκρο), εξ αιτίας του σπηλαίου που διαπερνά το ακρωτήρι. Πιθανότατα οι κάτοικοι της περιοχής, εξελλήνισαν την ενετική ονομασία σε “Άκρα Μπούζα” και με αποκοπή του πρώτου γράμματος, δηλ. του Α, έγινε Κραμπούζα και αργότερα Γραμβούσα.
Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι παρ’ όλο που δεν συναντάται στην Ελληνική γλώσσα η ονομασία Άκρα Μπούζα, η θεωρία αυτή ενισχύεται από δύο στοιχεία. Πρώτο στοιχείο αποτελεί το γεγονός, ότι ακόμα και σήμερα το ακρωτήριο ονομάζεται Τρυπητή και επομένως είναι φυσιολογικό οι Ενετοί να το ονόμασαν Capo Buso. Δεύτερο στοιχείο είναι ότι το ακρωτήριο, ονομάζεται από τους κατοίκους των γύρω περιοχών Γραμπούσα, αντί Γραμβούσα, διατηρώντας το χειλικό φθόγγο (b), της ενετικής λέξης buso.
Κατά τον καθηγητή Ν.Χατζηδάκη, το όνομα προέρχεται από το φυτό Κράμβη-Κραμβόεσσα = ο τόπος που φυτρώνουν πολλές Κράμβες, που έγινε Γραμβούσα.
Αναζητώντας την γενεσιουργό αιτία που οδήγησε τους Βενετούς στην κατασκευή του κάστρου της Γραμβούσας, θα πρέπει να ανατρέξουμε στο έτος 1453, όπου η Κωνσταντινούπολη καταλήφθηκε από τους Τούρκους.Η εποχή αυτή αποτελεί ορόσημο, διότι οι Βενετοί αισθάνθηκαν τον επερχόμενο κίνδυνο απώλειας των κτήσεων τους στην Ανατολική Μεσόγειο, από τον σοβαρό αντίπαλο και πρωταγωνιστή στα γεγονότα, τους Τούρκους.
Επακολούθησαν ο πρώτος Ενετοτουρκικός πόλεμος (1463-1479), ο δεύτερος (1499-1503), ο τρίτος (1537-1540) και ο τέταρτος (1570-1571). Στη συνέχεια με την Ενετοτουρκική συνθήκη του 1573, οι Ενετοί αναγνώρισαν την απώλεια της Κύπρου, αλλά διέσωσαν τις άλλες ελληνικές κτήσεις τους, την Κρήτη, την Κέρκυρα και την Τήνο. Με την Κρήτη και την Κέρκυρα, εξασφαλίζεται μερικώς η φύλαξη της Αδριατικής και επομένως και της Βενετίας. Η συνθήκη αυτή επέφερε μια πολύχρονη ειρήνη στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ κατ’ αυτό το χρονικό διάστημα, αρχίζουν και οι κατασκευές νέων κάστρων στην Κρήτη, όπως τα κάστρα της Γραμβούσας και της Σούδας.
Το σημερινό κάστρο της Γραμβούσας, κτίσθηκε τον 16o αιώνα (1579-1584) από τους Ενετούς, οι οποίοι έβλεπαν την τουρκική επεκτατικότητα. Πρόκειται για ένα αριστούργημα οχυρωματικής τέχνης για την εποχή εκείνη, το οποίο μετέβαλλαν σε απόρθητο φρούριο. Η θέση του δίνει την δυνατότητα σ’ αυτόν που το κατείχε, να ελέγχει και να παρακολουθεί το στενό που σχηματίζεται μεταξύ Δυτ. Κρήτης και Πελοποννήσου.
Τελικά, οι Ενετοί δεν κατόρθωσαν να αποτρέψουν την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους. Το 1645, οι Τούρκοι μετά από μια σύντομη πολιορκία καταλαμβάνουν τα Χανιά, ενώ το 1669 ολοκληρώνεται η κατάκτηση της Κρήτης. Οι Ενετοί, κατάφεραν με την συνθήκη του Μorozini, να κρατήσουν το κάστρο της Γραμβούσας (επίσης την νησίδα της Σούδας και την Σπιναλόγκα), με την ελπίδα ότι κάποτε θα επανακτήσουν τον έλεγχο της Κρήτης. Η Γραμβούσα χρησίμευε σαν βάση των Ενετών, στην απατηλή προσπάθεια να επανακτήσουν την Κρήτη, αλλά και σαν ορμητήριο και καταφύγιο των Κρητών αγωνιστών. Δυστυχώς όμως και το κάστρο αυτό, παραδόθηκε το καλοκαίρι του 1692 από τον Ενετό φρούραρχο, τον Καλαβρέζο αξιωματικό Luca Della Rocca στους Τούρκους, οι οποίοι με την σειρά τους, του έδωσαν κάποια αξιώματα στην Κωνσταντινούπολη και ειρωνικά τον αποκαλούσαν «Καπετάν Γραμβούσα»
Οι Τούρκοι στη συνέχεια οχύρωσαν το κάστρο με 66 κανόνια μεγάλου βεληνεκούς, εγκατέστησαν ισχυρότατη φρουρά και το κατέστησαν απόρθητο. Από τότε, κάθε επαναστατική δραστηριότητα των Κρητικών, περιορίστηκε στο ελάχιστο για πολλά χρόνια. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής εξέγερσης κατά των Τούρκων, η Γραμβούσα έπαιξε σημαντικό και αποφασιστικό ρόλο. Μετά από πολλές προσπάθειες, το κάστρο τελικά καταλήφθηκε από τους Κρήτες επαναστάτες στις 2 Αυγούστου του 1825, όταν μια ομάδα Κρητών, μεταμφιεσμένη σε Τούρκους, εισήλθε σ’ αυτό.
Η Γραμβούσα, ήταν το πρώτο κομμάτι της Κρήτης, που απελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Έγινε καταφύγιο για περισσότερους από 3000 κατοίκους και η βάση των επιχειρήσεων, για τις επαναστατικές ομάδες. Από την ελεύθερη Γραμβούσα, ξεκινούσαν τα επαναστατικά σώματα οι Καλησπέριδες και σκόρπιζαν τρόμο στους Τούρκους, που σε αντιπερισπασμό οργάνωσαν και αυτοί τις Ζουρίδες, ένοπλα σώματα, που έστηναν παγίδες στους Χριστιανούς.
Εξ αιτίας όμως των πολύ δύσκολων συνθηκών διαβίωσης, οι Γραμβουσιανοί επιδόθηκαν συστηματικά στην πειρατεία, κουρσεύοντας αδιακρίτως όλα τα περαστικά πλοία μεταξύ Γραμβούσας και νήσου Αντικυθήρων, γεγονός που ξεσήκωσε την κοινή γνώμη της Ευρώπης κατά των πειρατών.
Με την σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Κυβέρνησης, οι στόλοι Αγγλίας και Γαλλίας κατέλαβαν το κάστρο το 1828 και εξεδίωξαν τους πειρατές. Με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, η Κρήτη παρέμεινε στους Τούρκους και το 1831 η Ρωσική φρουρά της Γραμβούσας, παρέδωσε το κάστρο πάλι στους Τούρκους, προς μεγάλη δόξα της διεθνούς δικαιοσύνης εκείνης της εποχής.
ΠΗΓΗ: Γραμβούσα.com