Γράφει ο Κώστας Γ. Τσικνάκης*
Είδα τη φωτογραφία, για πρώτη φορά, το 1985. Τριγύριζα, κάποιο πρωινό με ψιλόβροχο, στα στενά της Βενετίας. Κοντά στη γέφυρα του Ριάλτου βρήκα μπροστά μου ένα παλαιοβιβλιοπωλείο. Σε εμφανή θέση ήταν τα λευκώματα με φωτογραφίες. Πήρα στην τύχη ένα στα χέρια μου και άρχισα να το ξεφυλλίζω. Το μάτι μου έπεσε αμέσως πάνω της και άρχισα να την περιεργάζομαι.
Έχει τραβηχτεί από τον γνωστό ιταλό φωτογράφο Giulio Corinaldi, γύρω στα 1965, σε ένα από τα ταξίδια του στην Ελλάδα. Η ακριβής τοποθεσία παραμένει άγνωστη. Είναι βέβαιο, όμως, πως σχετίζεται με κάποια περιοχή της υπαίθρου.
Σε αυτήν, φαίνονται δύο αγόρια με κοντά παντελόνια να επιστρέφουν από το σχολείο. Δεν ξέρουμε αν είχαν να διανύσουν μεγάλη απόσταση ώς το σπίτι τους. Ο δρόμος είναι χωμάτινος. Πρέπει να είναι αρχές της άνοιξης. Λίγο μετά το μεσημέρι. Ο ήλιος δείχνει εκτυφλωτικός. Στο βάθος του ορίζοντα διακρίνεται η γαλάζια θάλασσα.
Το πρώτο αγόρι, φορά κοντομάνικη μπλούζα. Στο δεξί του χέρι κρατά με τρυφερότητα το μαύρο μολύβι του ενώ στην αριστερή μασχάλη του έχει τα βιβλία του. Διακρίνεται το εξώφυλλο του «Αναγνωστικού Β΄ Δημοτικού». Εκείνο, στο οποίο ένα αγόρι και ένα κορίτσι εμφανίζονται να περιποιούνται την αμυγδαλιά του κήπου τους. Στα πόδια του, τα χειμωνιάτικα παπούτσια, δείχνουν παράταιρα. Το δεύτερο αγόρι, φορά μακρυμάνικο πουκάμισο. Μόλις διακρίνεται, κρεμασμένη σταυρωτά στον ώμο, η σχολική τσάντα του. Στα πόδια του, φορά κλειστά, ταιριαστά σαντάλια.
Οι δύο φίλοι των πρώτων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου κοιτούν με άνεση τον φωτογραφικό φακό. Στα πρόσωπά τους απλώνεται ικανοποίηση. Δεν ήταν και λίγα όσα είχαν συμβεί τις προηγούμενες ώρες. Την πρωινή διδασκαλία, από δασκάλες και δασκάλους που ασκούσαν με ευσυνειδησία το λειτούργημά τους και τους μάθαιναν πολλά και χρήσιμα, θα ακολούθησε το παιχνίδι στις αλάνες. Ποδόσφαιρο, κυρίως. Το μαρτυρούν, άλλωστε, τα σκονισμένα πόδια τους και τα μαυρισμένα γόνατά τους.
Όταν, ύστερα από λίγη ώρα θα επέστρεφαν στο σπίτι, είχαν να ακούσουν κατσάδες. Μουρμουρίζοντας οι μανάδες τους, θα ανέβαζαν με τον κουβά νερό από το πηγάδι. Για αρκετή ώρα, σαπουνίζοντας τα γόνατα των παιδιών και τρίβοντάς τα με ένα κομμάτι από κεραμίδι, θα προσπαθούσαν να τα καθαρίσουν. Οι πατεράδες τους, παρακολουθούσαν συνήθως από μακριά τη σκηνή, κρυφογελώντας. Μόλις επιτυγχανόταν ο στόχος, στο μεσημεριανό τραπέζι, θα ακολουθούσαν οι σχετικές συμβουλές.
Μάταιος κόπος…
Την επομένη, τα δύο αγόρια, θα επαναλάμβαναν τις ίδιες ακριβώς κινήσεις.
Μια φωτογραφία της ελληνικής υπαίθρου…
Εντελώς διαφορετική εποχή, σε σχέση με τη σημερινή…
Πέρασαν κιόλας πενήντα πέντε χρόνια…
Σαν χθες φαίνονται όλα…
* Ο Κώστας Γ. Τσικνάκης είναι Ιστορικός, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ) και κατάγεται από το Πετροκεφάλι του Δήμου Φαιστού