Του Σάκη Μουμτζή
Το φαινόμενο ΠΑΣΟΚ και Ανδρέα Παπανδρέου 36 χρόνια μετά τη νίκη στις εκλογές του 1981 καλόν είναι να αναλυθεί και να ερμηνευθεί μακριά από αξιολογικές απλουστεύσεις. Είναι ένα σύνθετο φαινόμενο που άλλαξε τις δομές αλλά κυρίως την συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας. Οι πολλαπλές του όψεις καθιστούν ιδιαίτερα παρακινδυνευμένη κάθε απόπειρα συνολικής αξιολόγησης, καθώς θα πρέπει να συνεκτιμηθεί τόσο το διεθνές διπολικό περιβάλλον, όσο και το γενικότερο πολιτικό κλίμα των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης.
Αναμφίβολα το ΠΑΣΟΚ αμέσως προχώρησε σε σημαντικές θεσμικές αλλαγές προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού της κοινωνίας, αλλαγές που τόσο η ηγεσία, όσο και η βάση της Νέας Δημοκρατίας δεν τις επιθυμούσαν. Συγχρόνως, επεξέτεινε στο έσχατο σημείο του τον προϋπάρχοντα κρατισμό, που χαρακτήριζε για δεκαετίες την ελληνική οικονομία. Ως γνωστόν, ο οικονομικός φιλελευθερισμός ήταν ξένος στην κρατούσα οικονομική σκέψη, καθώς κυριαρχούσε σε αυτήν η Γερμανική Σχολή, του καπιταλισμού υπό κρατική διεύθυνση.
Έτσι τις κρατικοποιήσεις της διακυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή της περιόδου 1974-1979 διαδέχθηκε η λογική που ρύθμιζε το καθεστώς των προβληματικών επιχειρήσεων, των ΔΕΚΟ και η νοοτροπία του κράτους – επιχειρηματία. Ο έλεγχος του Κράτους πάνω στην Οικονομία έγινε την περίοδο 1981-1989 ασφυκτικότερος.
Αυτό όμως που χαρακτηρίζει αυτήν την περίοδο είναι η συνολική μετατόπιση κοινωνίας και πολιτικού συστήματος προς τα αριστερά. Στον πειρασμό αυτής της μετατόπισης υπέκυψε και η Νέα Δημοκρατία, καθώς πίστευε πως μόνον έτσι θα αντιμετωπίσει με επιτυχία το ΠΑΣΟΚ. Αλλά συγχρόνως προέκυψε και μια ουσιώδης αντίφαση. Το ΠΑΣΟΚ και ο Α. Παπανδρέου για να κυβερνήσουν έπρεπε να μετατοπιστούν δεξιότερα, καταπατώντας καταστατικές αρχές και συνθήματα, που πολύ γρήγορα ξεχάστηκαν στο όνομα του ρεαλισμού. Αυτή βέβαια η αντίφαση – μετάλλαξη πραγματοποιήθηκε ανώδυνα χάρη στην καταλυτική φυσιογνωμία του Α. Παπανδρέου, που συνήψε ένα άτυπο, αλλά ιδιοτελές συμβόλαιο με τον λαό. «Εμείς θα παραμείνουμε στην ΕΟK, αλλά θα σας μοιράζουμε απλόχερα τους πόρους που εισρέουν στη χώρα».
Αυτή η σύμβαση λειτούργησε σταθεροποιητικά για την κοινωνία, αλλά αποσταθεροποίησε πλήρως την Οικονομία. Συγχρόνως, διέφθειρε τις συνειδήσεις, γιατί υλοποιούσε το όνειρο κάθε ανθρώπου. Να περνά καλά, δουλεύοντας λιγότερο. Σε αυτήν την περίοδο θα πρέπει να αναζητηθούν οι ρίζες της αντίληψης πως τα δανεικά αποτελούν εισόδημα. Πως ο έλεγχος, η ιεραρχία, η αξιολόγηση δεν αποτελούν αξίες πάνω στις οποίες οικοδομούνται οι κοινωνίες, αλλά αναχρονιστικά ιδεολογήματα που έπρεπε να σαρωθούν.
Βέβαια η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου έχει –και δικαιολογημένα– μια γλυκιά ανάμνηση από αυτήν την περίοδο γιατί περνούσε καλά. Και όταν κάποιος περνά καλά, ελάχιστα τον ενδιαφέρει πώς περνά καλά. Και η διακυβέρνηση ΠΑΣΟΚ 1981-89 με τα μεσογειακά προγράμματα και το πακέτο Ντελόρ, καταστρατηγώντας τους όρους χορήγησης τους, κατέστησε τη ζωή των Ελλήνων καλύτερη.
Γι΄ αυτό και η προσπάθεια της διάδοχης κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να εξορθολογικοποιήσει αριθμούς και καταστάσεις απέτυχε παταγωδώς, συντελούντος βέβαια κι ενός κάκιστου εκλογικού νόμου.
Εκείνο που θέλω να επισημάνω για την πρώτη κυβερνητική περίοδο ΠΑΣΟΚ είναι η εντιμότητα όλων των στελεχών που είχαν τις ρίζες τους στην προδικτατορική περίοδο. Ουδείς μπορεί να τους προσάψει οτιδήποτε. Και αν υπήρξαν κάποιες ατασθαλίες αυτήν την περίοδο, διεπράχθησαν από μεσαίου επιπέδου στελέχη. Η κατάσταση εκτραχύνθηκε αργότερα, όταν η διαπλοκή και η διαφθορά έγιναν εργαλεία διακυβέρνησης.
Σήμερα, 43 χρόνια μετά, ανατρέχοντας χωρίς φανατισμούς, προκαταλήψεις και εξιδανικεύσεις στην περίοδο 1981-89, καταλήγω στο συνοπτικό συμπέρασμα πως όντως βελτιώθηκε σημαντικά η ζωή των Ελλήνων πολιτών, αλλά με τρόπο στρεβλό και ανορθόδοξο. Και αν τα οικονομικά μεγέθη αυτής της περιόδου στη συνέχεια βελτιώθηκαν, η αλλοίωση των συνειδήσεων παραμένει μέχρι τις μέρες μας.