Του Δημήτρη Σάββα
Τη μνήμη του Ανδρέα του “Πρωτοκλήτου” γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας και φυσικά όλοι μας. Έτσι τον αναγράφουν τα ιερά βιβλία, αφού πρώτος εκλήθη από τον Χριστό να γίνει μαθητής και απόστολος. Στη λαϊκή παράδοση και γενικότερα στη γλώσσα του λαού μας έχει παραμείνει σαν Άγιος Ανδρέας ο “Τρυποτηγανάς”.
Και αυτό γιατί παλιότερα πίστευαν, ότι κατά την ημέρα της μνήμης του, οι νοικοκυρές έπρεπε να “στέσουν” το τηγάνι και να βάλλουν κάτι να ψήσουν. Διαφορετικά ο Άγιος οργιζόταν μαζί τους και την επομένη, κατά τρόπο ανεξήγητο και μυστηριώδη, έβρισκαν το τηγάνι τους ολοτρύπητο. Υποθέτω το ίδιο θα συνέβαινε αν οι νοικοκυρές τηγάνιζαν “λεριά”, δηλαδή παϊδάκια, μπριζόλες και τα συνακόλουθα. Ποιος θα μπορούσε να κρατήσει την οργή του Αγίου και με το δίκιο του βέβαια, αφού διάγουμε περίοδο νηστείας και προσευχής;
Έπρεπε λοιπόν να τηγανίσουν κάτι και αυτό ήταν οι λουκουμάδες ή οι τηγανίτοι που έκαναν οι γονείς μας τότε που ήμασταν παιδιά, μια λιχουδιά μοναδική, αφού τότε δεν υπήρχαν τα κάθε λογής γλυκά εδέσματα που υπάρχουν σήμερα. Εξάλλου συνέπιπτε τέτοιο καιρό να αρχίζει το λιομάζωμα της χονδρολιάς στα μέρη μου, στα χωριά του Πηλίου, και φυσικά να βγαίνουν τα καλά λάδια που έπρεπε να δοκιμαστούν. Βέβαια, το λιομάζωμα της χονδρολιάς άρχιζε μετά τη γιορτή του Αϊ Δημήτρη, αλλά το λάδι αυτό ήταν πολύ βαρύ, γιατί ήταν από κούκουδα και οι ελιές δεν είχαν την φρεσκάδα των ελιών του Νοέμβρη. Φρέσκο λάδι λοιπόν και τηγανίτους. Ειδικά, όταν ο καιρός ήταν βροχερός και ψυχρός, ένας λόγος παραπάνω. Τα παραπάνω βέβαια συνοδεύονταν με μέλι ή πετιμέζι.
Μέλι χρησιμοποιούσαν οι ευκατάστατοι, αφού είχαν τη δυνατότητα να το αγοράσουν ή εκείνοι που είχαν δικές τους κυψέλες και ήταν παραγωγοί. Το πετιμέζι θυμάμαι το χρησιμοποιούσαν οι μικρομεσαίοι θα λέγαμε. Σ’ αυτή τη θέση ήταν και η οικογένειά μου. Θυμάμαι τον μακαρίτη τον πατέρα μου, όταν τέλειωνε ο τρύγος, έπρεπε γι αυτή τη δουλειά να φτιάξει και το πετιμέζι από τα σταφύλια. Ήταν τόσο εύγευστο και τόσο νόστιμο, ίσως το είχα συνηθίσει και το προτιμούσα από το μέλι. Όσο για τους φτωχούς, απ’ ό,τι θυμάμαι, στους τηγανίτους (στις τηγανίτες όπως τις λέγαμε στο Πήλιο), χρησιμοποιούσαν ζάχαρη λιωμένη στο νερό. Υπήρχαν δηλαδή τρεις τρόποι μελώματος θα λέγαμε σήμερα ανάλογα με την κοινωνική τάξη όπου ανήκε ο καθένας. Σήμερα τέτοιες συνήθειες σπάνια τηρούνται.
Υποθέτω ότι λίγοι είναι εκείνοι που κάνουν τηγανίτους και ακόμα, ποιο τηγάνι να πρωτοτρυπήσει ο τιμώμενος άγιος, αν ξεκινούσε μια τέτοια διαδικασία; Δεν θ’ άφηνε τηγάνι για τηγάνι ατρύπητο. Ας είναι … Και άλλα έθιμα έχει αυτή η γιορτή!
Κατά τον μεγάλο μας λαογράφο Δημήτρη Λουκάτο, τούτες τις μέρες και συγκεκριμένα την παραμονή της εορτής του Αγίου, στην Πάτρα, εκεί όπου γιορτάζεται ως πολιούχος, πήγαιναν στην εκκλησία λαχανόπιτες που τις έφτιαχναν στα σπίτια τους, προκειμένου αυτές να μοιραστούν στους φτωχούς. Ίσως αυτό το έθιμο να έχει νεκρολατρευτική σημασία, προκειμένου να αναπαυθούν οι ψυχές των νεκρών. Επίσης, στην πάνω Ελλάδα, συνήθιζαν και συνηθίζουν αν βράζουν “πολυσπόρια”, όπως και στη γιορτή των Εισοδίων της Παναγίας, τα οποία, αφού τα πήγαιναν στην Εκκλησία να ευλογηθούν, τα μοίραζαν στον κόσμο, μαζί με άλλα πανηγυρικά κόλλυβα, όπως σιτάρι με ζάχαρη και σταφίδες. Όλα αυτά έχουν ονομασία προς τιμή του Αγίου Ανδρέα και λέγονται “Αντραλούσια”.
Επίσης, ο Δημήτρης Λουκάτος μας μιλάει στο βιβλίο του με τίτλο “Τα φθινοπωρινά” για το πηγάδι του Αγίου Ανδρέα. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει:
“Λένε για το πανηγύρι της Πάτρας, ότι ύστερ’ από τις εκκλησιαστικές τελετές και τη μεγάλη λιτανεία, τ’ αγαπημένα ή αρραβωνιασμένα ζευγάρια πάνε στο πηγάδι του κήπου του Αγίου Ανδρέα και πίνουν νερό με τις φούχτες, για να πραγματοποιηθούν τα όνειρά τους και οι πόθοι τους.
Πρόκειται για ένα κατάλοιπο παλαιότερου όρκου, μπροστά στο νερό του αγίου ή της μαγικής δύναμής του, όπως όλων των νερών και των πηγαδιών, που είναι φαντασμαγορικά, κάτω από το ελληνικό φως. Αλλωστε, το πηγάδι αυτό, αρχαία πηγή της Δήμητρας, αναφέρεται και ως μαντικό κατά την αρχαιότητα”.
Τα πολλά όμως στοιχεία, καθώς και οι λαογραφικές παραδόσεις αλλά και τα έθιμα του αγίου, είναι χειμωνιάτικα.
Αγιαντρέας ή Αντριάς! Αντριεύει ότι έχει ζωή κατά το λαό μας. Πρόκειται για μια παρετυμολογική ερμηνεία. Αντρειεύουν τα πρόβατα, τα γίδια, τα χωράφια, τα αμπέλια, όπως επίσης αντρειεύει και το κρύο, το χιόνι και γενικότερα ο χειμώνας. Ο χειμώνας είναι εκείνος που θα φέρει την ευφορία στη γη και θα την κάνει να καρποφορήσει. Δικαιολογημένα ο λαός μας λέει αλλά και περιμένει: «Σαν έμπει ο Αντριάς, να καρτεράτε να τ’ ασπρίσει, για να πάει καλά η χρονιά, με πλούσια μπερεκέτια». Είναι σίγουρο ότι τόσο η κακοκαιρία όσο και το χιόνι την περίοδο αυτή είναι ευλογία Θεού.
Τούτες τις μέρες… τέτοιο καιρό… γυρίζω πίσω στα παιδικά μου χρόνια, στα μαθητικά μου χρόνια. Τότε που οι χειμώνες ήταν ατέλειωτοι στα χωριά του Πηλίου. Θυμάμαι την μακαρίτισσα τη μητέρα μου, τούτες τις μέρες, ν’ ανοίγει το μεγάλο μπαούλο του σπιτιού μας, εκεί όπου φυλάσσονταν τα κιλίμια, τα χράμια και οι μπαστές κουβέρτες, αυτά τα πολύχρωμα έργα τέχνης που μοσχομύριζαν ναφθαλίνη και λεμόνι από τα φύλλα λεμονιάς που τους έβαζε.
Τέτοιες μέρες έπρεπε να αρχίσει να στρώνει το σπίτι, από την ημέρα του Αγίου Ανδρέα για να είναι έτοιμο και ζεστό, ενόψει των αγίων ημερών του δωδεκαημέρου.
Όλα αυτά περνούν από το μυαλό μου, ομορφαίνουν τη σκέψη και με πλημμυρίζουν μ’ εκείνη την μοναδική ομορφιά και γοητεία που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Από τη στήλη μας αυτή ευχόμαστε ό,τι το καλύτερο, υγεία, χαρά και καλό μήνα σε όλους!